Το συγκεκριμένο έργο του Καρλ Μαρξ δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στην εφημερίδα «Νόιε Τσάιτ» από τον Φρίντριχ Ενγκελς μετά το θάνατο του Μαρξ. Δημοσιεύτηκε, μάλιστα, παρά τη θέληση της οπορτουνιστικής πτέρυγας του Ενιαίου Εργατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος της Γερμανίας. Αυτό το κόμμα προήλθε από την ενοποίηση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Γερμανίας, με ηγέτες τον Μπέμπελ και τον Β. Λίμπκνεχτ, και της Γενικής Γερμανικής Εργατικής Ενωσης (οπορτουνιστικό κόμμα, λασαλικό), με ηγέτες τον Χάζενκλεβερ και τον Τέλκε.
Για να ενωθούν, έπρεπε να επεξεργαστούν κοινό Πρόγραμμα του Κόμματος που εγκρίθηκε τελικά στο Συνέδριο της Γκότα, στις 22-27 Μάη 1875. Προηγουμένως, έδωσαν το Πρόγραμμα στον Μαρξ για παρατηρήσεις. Το Πρόγραμμα, βεβαίως, ήταν οπορτουνιστικό σε ζητήματα, όπως η εργατική τάξη ως επαναστατική τάξη, τα μεσαία στρώματα και η σχέση τους με τις άλλες τάξεις, οι σκοποί της πάλης του κόμματος και το κράτος, η πρώτη κατώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, η οικοδόμησή της και η διανομή του κοινωνικού προϊόντος που παράγεται σ’ αυτήν τη φάση, ο διεθνισμός, και άλλα ζητήματα, αποκαλύπτοντας πόσο αυστηρά ο Μαρξ αντιμετώπιζε θεωρητικά ζητήματα (ήταν ανυποχώρητος σε ζητήματα αρχών), προκειμένου να είναι αποτελεσματική η δράση του Κόμματος.
Δίνει, ταυτόχρονα, ένα πρώτο δείγμα της αντίληψής του για την πάλη στις συνθήκες καπιταλισμού, αλλά και για την ουσία του κράτους της εργατικής τάξης, και την οικονομία στην πρώτη κατώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας. Βεβαίως, υπήρξαν αντιδράσεις από τους ηγέτες του κόμματος για τις παρατηρήσεις του Μαρξ και ο ίδιος, μάλιστα, αρχικά δεν τις δημοσιοποίησε, αφού δεν ήταν αυτός ο σκοπός του. Ηθελε να αντιμετωπίσει τον οπορτουνισμό στο κόμμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μαρξ τελειώνει την κριτική του με τη φράση: «Είπα και ελάλησα, αμαρτίαν ουκ έχω».
Είναι χαρακτηριστικό επίσης ότι όταν ο Ένγκελς αποφάσισε, λόγω της επεξεργασίας νέου Προγράμματος του Κόμματος στα 1890, να δημοσιοποιήσει την κριτική του Μαρξ, βρήκε αντίθετο τον Κάουτσκι. Παρ’ όλ’ αυτά, το δημοσιοποίησε, ακριβώς για λόγους αρχών, προκειμένου να συμβάλει στη σωστή θεωρητική επεξεργασία του νέου Προγράμματος του κόμματος.